Skip to main content

Πονοκέφαλος πολλές φορές το μήνα

Γράφει ο: Δρ. Μιχάλης Βικελής, Νευρολόγος, MSc in Headache Medicine, PhD

Ένας πονοκέφαλος που εμφανίζεται από τέσσερεις ως δέκα φορές τον μήνα, είναι σε κάθε περίπτωση ένα μάλλον σημαντικό πρόβλημα. 

Αν και πιθανότητα πρόκειται για ημικρανία ή πονοκέφαλο τύπου τάσεως (δείτε αναλυτικότερα τις σχετικές ενότητες “Πονοκέφαλος: Είδη και κατηγορίες”, “Διάγνωση της ημικρανίας”, “Πονοκέφαλος τάσεως” για να δείτε πως διακρίνονται αυτά τα είδη πονοκεφάλου μεταξύ τους), όταν ο πονοκέφαλος εμφανίζεται από τέσσερις ως δέκα φορές τον μήνα δεν αποκλείεται να πρόκειται ταυτόχρονα για δύο είδη πονοκεφάλων («μεικτή κεφαλαλγία»), ενώ ασφαλώς και θα πρέπει να διερευνηθεί και να αποκλειστεί η ύπαρξη μίας δευτεροπαθούς κεφαλαλγίας. Σε κάθε περίπτωση, ο ειδικός στους πονοκεφάλους γιατρός θα πρέπει να διαγνώσει σωστά το πρόβλημα και να συστήσει την κατάλληλη θεραπεία. (Η περιγραφή που ακολουθεί γίνεται για ενημερωτικούς λόγους και μόνο. Αν υποφέρετε από κεφαλαλγίες θα πρέπει να επισκεφθείτε ιατρό).

 

Το μέγεθος του προβλήματος.

Τέσσερεις ως δέκα πονοκέφαλοι τον μήνα είναι ένα σημαντικό πρόβλημα, οποιαδήποτε και αν είναι η αιτία τους και η κλινική τους εικόνα (πονοκέφαλος τάσεως, ημικρανία, άλλου είδους πονοκέφαλος), ακόμη και αν είναι ήπιοι στην έντασή τους και υποχωρούν σχετικά εύκολα να την φαρμακευτική θεραπεία. Βέβαια, τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα αν πρόκειται για κρίσεις ημικρανίας, ειδικά αν έχουν μεγάλη ένταση ή αν συνοδεύονται από έντονα συμπτώματα (τάση για εμετό, εμετός, δυσανεξία σε φως και ήχους) που καθηλώνουν τον ασθενή στο κρεβάτι. Άνθρωποι που έχουν τέτοια συχνότητα ημικρανίας πραγματικά υποφέρουν, η δε ποιότητα της ζωής τους είναι κακή. Επιπροσθέτως, η καθημερινή αναμονή της επόμενης ημικρανικής κρίσης καθιστά ακόμη και τις ημέρες που ο πονοκέφαλος δεν εμφανίζεται, γεμάτες άγχος και απαισιοδοξία.

 

Τι μπορεί να γίνει θεραπευτικά;

Όπως προαναφέρθηκε, άνθρωποι που έχουν πονοκέφαλο τέσσερεις ως δέκα φορές τον μήνα θα πρέπει καταρχάς να επισκεφτούν γιατρό για να τεθεί η σωστή διάγνωση. Αφού τεθεί η διάγνωση, θα πρέπει να επιλεγεί η πιο κατάλληλη θεραπεία. Αν πρόκειται για ημικρανία ή για πονοκέφαλο τάσεως, η θεραπεία ξεκινά με το να συστηθεί κάποιο φάρμακο για να αντιμετωπιστεί ο πόνος. Υπενθυμίζεται ότι, όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση πονοκεφάλου, επιθυμητό είναι να βρεθεί ένα φάρμακο που, όταν ο ασθενής το λάβει, μέσα σε λίγη ώρα θα είναι απολύτως καλά. Ο στόχος δηλαδή, δεν πρέπει να είναι απλά να παίρνει κάποιος ένα φάρμακο για να μειωθεί ο πόνος, αλλά για να υποχωρήσει πλήρως.

Πολλά φάρμακα διατίθενται για τη θεραπεία του πονοκέφαλου τάσεως και της ημικρανίας. Στον πονοκέφαλο τάσεως κυρίως χρησιμοποιούνται τα απλά παυσίπονα και τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη (π.χ. ιβουπροφαίνη). Στην ημικρανία, ευρέως χρησιμοποιούνται  οι τριπτάνες (π.χ. ριζατριπτάνη, ελετριπτάνη). Στη σημερινή εποχή, οι τριπτάνες αποτελούν συνήθως την πρώτη επιλογή για ανθρώπους που έχουν συνήθως μέτριας ή μεγάλης έντασης ημικρανικές κρίσεις, ενώ σε ανθρώπους με μικρής έντασης ημικρανικές κρίσεις μπορεί να χρησιμοποιηθεί ένα απλό αναλγητικό ή ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες (προσοχή: Δεν έχουν όλα τα απλά αναλγητικά ή μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη καλό ικανοποιητικό αποτέλεσμα, ακόμη και σε ήπιες ημικρανικές κρίσεις). Σε κάθε περίπτωση, η κάθε είδους θεραπεία πρέπει να λαμβάνεται μετά από σύσταση γιατρού. Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη θεραπεία της κεφαλαλγίας τάσεως και τη θεραπεία των κρίσεων της ημικρανίας, δείτε αναλυτικά στοιχεία στις σχετικές σελίδες.

Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι όλα τα φάρμακα που αντιμετωπίζουν την ημικρανία, από τα απλά παυσίπονα ως τις τριπτάνες, λειτουργούν καλύτερα εάν ληφθούν νωρίς κατά την διάρκεια της κρίσης. Αν η λήψη τους καθυστερήσει, ο πόνος μπορεί να είναι τόσο καλά εδραιωμένος, που  μπορεί πλέον να είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστεί. Το λάθος στην έγκαιρη λήψη του φαρμάκου το κάνουν οι περισσότεροι ασθενείς, είτε σκεφτόμενοι λαθεμένα από μόνοι τους («το καθυστερώ μήπως και ο πόνος περάσει από μόνος του, μήπως δεν είναι ημικρανία»), είτε ακόμη και μετά από λαθεμένη σύσταση γιατρού (ο οποίος μπορεί να πει την παρωχημένη άποψη «αυτό το φάρμακο είναι για την πολύ δυνατή κρίση, όταν ο πόνος φτάσει στο απροχώρητο»).

Τις περισσότερες φορές, σε ανθρώπους που έχουν πονοκέφαλο τύπου τάσεως ή ημικρανία από τέσσερεις ως δέκα φορές τον μήνα, επιλέγεται και η προφυλακτική θεραπεία. Αυτό γίνεται πολύ πιο συχνά αν οι κρίσεις έχουν πολύ μεγάλη ένταση και περιορίζουν ή και καθηλώνουν τον ασθενή στο κρεβάτι, αν δεν αντιμετωπίζονται επαρκώς με τα φάρμακα ή σε διάφορες άλλες περιπτώσεις (δείτε περισσότερα στις σχετικές σελίδες). Σκοπός της προφυλακτικής θεραπείας είναι η μείωση της συχνότητας, διάρκειας και βαρύτητας των μελλοντικών κρίσεων πονοκεφάλου (ημικρανίας ή πονοκεφάλου τάσεως), η δε διάρκειά της είναι συνήθως λίγοι μήνες. Στην προφυλακτική θεραπεία της κεφαλαλγίας τάσεως και της ημικρανίας χρησιμοποιούνται φαρμακευτικές, αλλά και μη φαρμακευτικές επιλογές, που αναλύονται στις σχετικές ενότητες. Για την ημικρανία, τα συμπληρώματα διατροφής, οι ιατρικές συσκευές, οι φαρμακευτικές θεραπείες και τα μονοκλωνικά αντισώματα αποτελούν κάποιες από τις επιλογές. 

 

Τι μπορεί να γίνει πέραν της φαρμακευτικής θεραπείας;

Στους περισσότερους ανθρώπους που ανθρώπους που έχουν πονοκέφαλο τύπου τάσεως ή ημικρανία από τέσσερεις ως δέκα φορές τον μήνα, η εξεύρεση της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής που να λειτουργεί καλά για τον έλεγχο των κρίσεων και, παράλληλα, της κατάλληλης προληπτικής αγωγής που μειώνει τη συχνότητα των κρίσεων μπορεί να θέσει το πρόβλημα υπό (σχετικό, τουλάχιστον) έλεγχο. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλα πράγματα που μπορεί κάποιος να κάνει, με σκοπό να βελτιώσει το πρόβλημα της ημικρανίας μακροπρόθεσμα, όπως η υιοθέτηση ενός ισορροπημένου τρόπου ζωής, με σωστή ενυδάτωση, διατροφή, άσκηση και ωράριο ύπνου. Για πολλούς ανθρώπους με ημικρανία, υπάρχουν ορισμένα πράγματα που μπορεί να «πυροδοτήσουν» μία κρίση (δείτε περισσότερα στην παράγραφο “Εκλυτικοί παράγοντες και ημικρανία”). Αν υπάρχουν τέτοιοι εκλυτικοί παράγοντες, η αποφυγή τους μπορεί να οδηγήσει στη μείωση της συχνότητας της ημικρανίας. Δηλαδή, η βελτίωση του τρόπου ζωής, μπορεί να κάνει κάποιον λιγότερο επιρρεπή σε ημικρανίες.